λιεβρίτης

λιεβρίτης
Ορυκτό βασικό πυριτικό άλας του σιδήρου και ασβεστίου, πιο γνωστό με την ονομασία ιλβαΐτης. Βλ. λ. ιλβαΐτης.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”